…Ολότελα καφέ. Καφέ καφέ. Πολύ καφέ. Και εντελώς…

Κωνσταντίνα ΠατσιαλούArt in article, independent.gr

18/02/2016

«Και πού βρισκόταν ο πρώτος τόπος; Ο πρώτος-πρώτος; Γιατί ο πρώτος τόπος, χωρίς καμιά απόδειξη, ήταν το πορτοκαλί. Ολότελα πορτοκαλί. Πορτοκαλί πορτοκαλί. Πολύ πορτοκαλί. Και εντελώς. […] Και υπήρχε επίσης κάτι σαν ανέμελος κυματισμός από κουρτίνες βουτηγμένες σε πορτοκαλί. Πορτοκαλί προς πορτοκαλί βαθύ. […] αυτό δεν ήταν παρά η εσωτερική επένδυση μιας πολύ μεγάλης σκηνής, γεμάτης πλούσια θροΐσματα από πολύ πορτοκαλί μετάξια και ξέχειλης από γονιμότητα που σάλευε σε τεμπέλικα κύματα, εντελώς πορτοκαλιά απαλά κύματα που αναδεύονται. Πορτοκαλί στο φως και πορτοκαλί στη σκιά, το πορτοκαλί σε όλες τις παραλλαγές του φωτός».

Ο συγγραφέας Άμος Οζ, στο βιβλίο του Η αρχή της ιστορίας – Δοκίμια για τη λογοτεχνία, αναλύει τις αρχές έργων διάσημων συγγραφέων και εξερευνά τους λόγους για τους οποίους η αρχή ενός έργου είναι πολύ σημαντική. Ο Οζ επέλεξε, μεταξύ άλλων, να παρουσιάσει τις εναρκτήριες παραγράφους του μυθιστορήματος του Σ. Γιτζχάρ Mikdamot (μέρος των οποίων αναφέρονται παραπάνω), και να φωτίσει τα μηνύματα που κρύβονται στις λέξεις του γεμάτου με πορτοκαλί χρώμα κειμένου του. Ο αναγνώστης εμπλέκεται σε ένα παιχνίδι αποκωδικοποίησης διαδοχικών πορτοκαλί εικόνων. Με τη βοήθεια του Οζ αναδεικνύεται η πραγματικότητα της πορτοκαλί μεταξένιας σκηνής με τα πορτοκαλιά κύματα. Δεν είναι άλλη παρά η μήτρα της μητέρας. Και το πορτοκαλί είναι, για τον αφηγητή, η αίσθηση της γέννησης και η απόχρωση του κόσμου, όπως έχει χαραχθεί στη μνήμη του.

Στην πρώτη σελίδα του Mikdamot η λέξη “πορτοκαλί” εμφανίζεται όχι λιγότερες από είκοσι τρεις φορές. Η συνεχής αναφορά της λέξης λειτουργεί, όπως εξηγεί ο Οζ, ως μια «υπνωτιστικά επαναλαμβανόμενη μάντρα», δηλαδή σαν μία συλλαβή ή φράση που επαναλαμβάνεται σε ασκήσεις διαλογισμού. Με αυτήν την επανάληψη ο Γιτζχάρ καλεί τον αναγνώστη σε ένα ταξίδι αισθήσεων. Τον καλεί να αποκτήσει την ικανότητα να γυρίσει πίσω, έως την εμπειρία του πορτοκαλί κόσμου. Για να γίνουν κατανοητά τα λόγια του Γιτζχάρ, απαιτείται υπομονή και όχι διαγώνια ανάγνωση. Χρειάστηκε να διαβάσω αρκετές φορές το κείμενο (τριών σελίδων στο βιβλίο του Οζ) και, με βοηθό τον Οζ, να εισέλθω σ’ αυτόν τον τόπο του αφηγητή.

Με είχε τόσο συνεπάρει η περιπέτεια του πορτοκαλί, που τριγυρνούσε συνέχεια στο μυαλό μου. «…Ολότελα πορτοκαλί. Πορτοκαλί πορτοκαλί. Πολύ πορτοκαλί. Και εντελώς…». Σαν μουσική, σαν μια στροφή από τραγούδι, οι λέξεις έδιναν τον τόνο και ρύθμιζαν το περπάτημά μου, εκεί, στη βόλτα μου παρέα με το πορτοκαλί. Μέχρι που ξαφνικά ένα άλλο χρώμα εισέβαλε στο νου, κι οι στίχοι έγιναν:

«…Ολότελα καφέ. Καφέ καφέ. Πολύ καφέ. Και εντελώς»!

Διασχίζοντας την Έλληνος Στρατιώτου, στην Πάτρα, το βάδισμά μου έπαψε να είναι ρυθμικό, λόγω των εμποδίων στο πεζοδρόμιο. Πότε μαζεύτηκαν τόσα τραπέζια έξω, σε κάθε γωνία της οδού; Μοιάζει σα να υπάρχει ένας κανόνας που θέλει τα καφέ να είναι γωνιακά. Και τώρα άλλο ένα ξεφυτρώνει στην επόμενη. «Ζητείται κοπέλα για καφέ» γράφει μία τυπωμένη σελίδα στο τζάμι, και από κάτω ένα τηλέφωνο. Προσπερνώ, έχοντας την έκφραση καρφωμένη στη μνήμη μου, ψελλίζοντάς την… «Ζητείται κοπέλα για καφέ»… Σκέφτομαι έναν τύπο να ψάχνει για ραντεβού… Είχα δει πρόσφατα μία αντίστοιχη “αγγελία” που ήθελε «κοπέλα για φωτογραφίες» (φωτογράφο εννοούσε). Γελάω και στενοχωριέμαι ταυτόχρονα. Όπως όταν περνάω από το άλλο καφέ, λίγο παραπάνω, και διαβάζω στην ταμπέλα του δυο λέξεις που επαναλαμβάνονται κατά το μήκος της: «Cofee & Drinks».  Ακριβώς έτσι, cofee με ένα f.

«…Ολότελα καφέ. Καφέ καφέ. Πολύ καφέ. Και εντελώς» σιγομουρμουρίζω πάλι.

Δεν είναι το θέμα αισθητικής αυτό που με ενοχλεί. Λες και δεν έχουμε άλλα σοβαρότερα ζητήματα να λύσουμε. Άλλωστε, δεν προτιμούσα εκείνα τα άδεια καταστήματα που έφερε η κρίση, με τα συνθήματα στους τοίχους τους, με τα «Ενοικιάζεται» να περιμένουν υπομονετικά, με τις αφίσες να περιτριγυρίζουν την επιγραφή «Απαγορεύεται η αφισοκόλληση», με τις εφημερίδες και τα διαφημιστικά να έχουν δημιουργήσει ένα καινούργιο δάπεδο.  Αλλά, «…καφέ. Καφέ καφέ. Πολύ καφέ. Και εντελώς». Σα να λαμβάνουν μέρος σε έναν διαγωνισμό, ποιος θα ανοίξει το καλύτερο, ποιος θα αντέξει περισσότερο… Σημασία δεν έχει η γνώση τού να γράφει κανείς μία αγγελία ή μία επιγραφή, η σπουδαιότητα είναι στον καλό καφέ!

Το θετικό είναι ότι οι παρέες δεν βρίσκονται πλέον μόνο μέσω διαδικτύου, συναντιούνται στο καφέ, τι άλλο να κάνουν με τόση ανεργία και υποαπασχόληση; Ίσως εκεί οι νέοι συζητούν για τα προβλήματά τους. Ή μάλλον ανεξαρτήτως ηλικίας, το καφέ θα μπορούσε να προσδιοριστεί ως ένας ψυχοθεραπευτικός τόπος. Συλλογίζομαι ότι για να επισκεφθώ έναν ειδικό, θα το θέλει το πενηντάρικο, αυτό σημαίνει 15-20 καφέδες. Υπολογίζω κι εκείνο το παντελόνι που ήθελα, βγαίνουν περίπου 10 καφέδες αν δεν το αγοράσω, γεγονός που πιθανόν να έχει ως συνέπεια το κλείσιμο του καταστήματος ρούχων, αλλά τουλάχιστον στη θέση του θα ανοίξει ένα καφέ. Γιατί όλο και περισσότεροι θα θέλουμε να επισκεφτούμε έναν καινούργιο τόπο, όχι τα ίδια και τα ίδια. Αντί, λοιπόν, να ταξιδέψω, π.χ. στο εξωτερικό, και να έρθω σε επαφή με μία διαφορετική κουλτούρα, αντί να γνωρίσω άλλους ανθρώπους και τις συνήθειές τους, φαντάζομαι πόσους καφέδες μπορώ να καταναλώσω. Ας μην είναι τουλάχιστον στο ίδιο σημείο. Απ’ τα πολλά καφέ, απ’ τον πολύ κόσμο έξω στο πεζοδρόμιο, θα βρίσκομαι σε έναν κόσμο εικονικό, καφέ κόσμο. Έπειτα, θα είναι φυσικό η αγορά να παραμένει ανοιχτή όχι μόνο τις Κυριακές, αλλά όλες τις ώρες, όπως και τα καφέ.

Δεν κατακρίνω εκείνους που επιθυμούν να απολαύσουν το αγαπημένο τους ρόφημα με ανθρώπους που τους κάνουν ευτυχισμένους, ποιος δεν το κάνει άλλωστε;  Ούτε βέβαια εκείνους που προσπαθούν να επιβιώσουν, ανοίγοντας ένα καφέ. Κατηγορώ μόνο τους πολιτικούς που έχουν στρέψει την επιχειρηματικότητα προς αυτήν την κατεύθυνση και με αυτόν τον τρόπο. Σε μία εργασία που δεν εκμεταλλεύεται ελληνικό προϊόν, που οι εργαζόμενοι προσφέρουν τις υπηρεσίες τους για ψίχουλα, σε επισφαλείς συνθήκες εργασίας. Σε ένα αντικείμενο που δεν απαιτούνται γνώσεις και εξειδικεύσεις. Σε ένα περιβάλλον όπου απ’ τον πολύ καπνό θολώνουν τα μάτια, ωσάν η ταμπέλα γράφει “Επιβάλλεται το κάπνισμα”. Σε ένα πεζοδρόμιο όπου τα ατέλειωτα τραπεζοκαθίσματα είναι νόμος. Σε μία εικόνα που επαναλαμβάνεται υπνωτιστικά. Σε έναν καφέ τόπο:

«Και πού βρισκόταν ο πρώτος τόπος; Ο πρώτος-πρώτος; Γιατί ο πρώτος τόπος, χωρίς καμιά απόδειξη, ήταν το καφέ. Ολότελα καφέ. Καφέ καφέ. Πολύ καφέ. Και εντελώς. Και υπήρχε επίσης κάτι σαν ανέμελος κυματισμός από αρώματα βουτηγμένα στο καφέ. Καφέ προς καφέ βαθύ. Δεν ήταν παρά η εσωτερική επένδυση μιας γωνίας, γεμάτης πλούσιες ποικιλίες από πολύ καφέ και ξέχειλης από ροφήματα που τυλίγουν τα τεμπέλικα σώματα, εντελώς καφέ στη γεύση, στο χρώμα και στις λέξεις. Καφέ στο φως και καφέ στη σκιά, το καφέ σε όλες τις παραλλαγές του φωτός».

 

Πηγή: Οζ, Άμος (2001). Η αρχή της ιστορίας – Δοκίμια για τη λογοτεχνία. Αθήνα: εκδόσεις Καστανιώτη.

Εικόνα: Vincent van Gogh, Terrace of a café at night (Place du Forum), 1888, 80,7 x 65,3 cm. Kröller-Müller Museum, Otterlo, Netherlands. <http://krollermuller.nl/en/vincent-van-gogh-terrace-of-a-cafe-at-night-place-du-forum>